- θερμοβότανο
- τοθερμόχορτο, το φυτό ερυθραία.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
θερμοβότανο — Γένος φυτών της οικογένειας των δικοτυληδόνων γεντιανίδων. Η επιστημονική του ονομασία είναι ερυθραία το κεντούριο. Είναι φυτό ποώδες, διετές, πολύμορφο και συναντάται στους βοσκότοπους και στα δάση της Ελλάδας. Έχει βλαστό διακλαδισμένο προς τα… … Dictionary of Greek
θέρμη — I Αρχαία μακεδονική πόλη του Θερμαϊκού κόλπου, στα ερείπια της οποίας, κατά τον Στράβωνα, χτίστηκε η Θεσσαλονίκη το 315 π.Χ. από τον Κάσσανδρο. Ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος όμως διαχωρίζει τη Θ. από τη Θεσσαλονίκη. Ο Ηρόδοτος αναφέρει πως ήταν η… … Dictionary of Greek
θερμόχορτο — το βλ. θερμοβότανο … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)